Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

Η σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος προς τη θρησκεία

Απόσπασμα από το βιβλίο του Π. Α. Παβέλκιν ''Τι είναι θρησκεία'', εκδόσεις Β.ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ, 1962 [θα ακολουθήσουν άλλα δύο μέρη επί του θέματος] 



Κάποτε ρωτάνε : αφού η θρησκεία είναι αντίθετη προς την επιστήμη και δεν μπορεί να είναι ωφέλιμη στους εργάτες, αλλά αντίθετα επιδρά αρνητικά σ' αυτούς, τότε γιατί το κράτος των εργατών δεν κλείνει τις εκκλησίες, τις καθολικές εκκλησίες, τα τζαμιά και τους άλλους οίκους λατρείας ; Γιατί το Κομμουνιστικό κόμμα και η Σοβιετική κυβέρνηση δεν απαγορεύουν την εκτέλεση των θρησκευτικών ιεροτελεστιών ;

Οι κομμουνιστές δίνουν την εξής απάντηση σ' αυτό το ζήτημα : η θρησκεία είναι ιδεολογία, είναι μορφή της κοινωνικής συνείδησης των ανθρώπων. Στο έργο του ξεπεράσματος των θρησκευτικών προλήψεων δεν μπορούμε να έχουμε επιτυχία με διοικητικά μέτρα, με διαταγές και απαγορεύσεις, αλλά πριν απ' όλα με ιδεολογική δραστηριότητα, με διαφώτιση και πειθώ.

Οι θρησκευτικές δοξασίες ζουν στη συνείδηση των πιστών, στο πνεύμα τους. Η συνείδηση όμως δεν αλλάζει με τη βία, με διοικητικά μέτρα, με διαταγές. Για να αλλάξει η συνείδηση των ανθρώπων, χρειάζεται μεγάλη ιδεολογική εργασία : πρέπει ορισμένες ιδέες στη δοσμένη περίπτωση οι θρησκευτικές δοξασίες, να αντικατασταθούν με άλλες ιδέες, με τις επιστημονικές γνώσεις, με την υλιστική κοσμοθεωρία. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την πειθώ, με μακρόχρονη και με σώφρονη προπαγάνδα των επιστημονικών, των αθεϊστικών γνώσεων.

Αν δηλώσουμε απλώς σε ένα θρήσκο άνθρωπο : ''Δεν υπάρχει θεός και συνεπώς σου απαγορεύουμε να πιστεύεις, να προσεύχεσαι σ' αυτόν και να εκτελείς θρησκευτικές ιεροτελεστίες'', τότε αυτός δεν θα μας πιστέψει, θα εξοργισθεί και θα συνεχίσει να κάνει προσευχές, να πηγαίνει στην εκκλησία και να διαπαιδαγωγεί τα παιδιά του με θρησκευτικό πνεύμα.

Τα ζητήματα της ιδεολογίας είναι αδύνατο να τα αντιμετωπίσουμε με διοικητικά μέτρα, εδώ χρειάζεται να πεισθούν οι άνθρωποι. Δεν χρειάζεται η απαγόρευση, αλλά η προσεκτική, η βαθιά, η υπομονητική εξήγηση. Πρέπει να εξηγηθεί και μπορούμε να πούμε όχι μια φορά και δυο, αλλά πολλές, ότι όλα στη φύση, [ η αντικατάσταση της ημέρας με τη νύχτα, η βροχή και το χιόνι, η αστραπή και η βροντή, η κακή και η καλή σοδειά, η αρρώστια και η ανάρρωση] οφείλονται σε φυσικές αιτίες και όχι στη θέληση του θεού.

Όταν ο πιστός άνθρωπος αφομοιώνει την επιστημονική μαρξιστική κοσμοθεωρία και αποκτήσει την επιστημονική μαρξιστική κοσμοθεωρία και αποκτήσει γνώσεις ώστε να ερμηνεύει επιστημονικά τα φαινόμενα της φύσης και της κοινωνίας, τότε θα καταλάβει το ασύστατο της θρησκείας και θα απαλλαγεί από τις θρησκευτικές πλάνες. Τότε μόνος του, εκούσια θα πάψει να πιστεύει στο θεό και να εκπληρώνει θρησκευτικές ιεροτελεστίες. Η μόρφωση και η πειθώ είναι το πιο σωστό μέσο για να ξεπεραστούν οι θρησκευτικές δοξασίες και οι προλήψεις στον τρόπο ζωής, μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία.

Αφού στη σοσιαλιστική κοινωνία έχουν εξαφανισθεί οι εκμεταλλευτικές τάξεις, κι' έτσι έχουν ανατραπεί οι ταξικές βάσεις της θρησκείας και γενικά έχουν εκριζωθεί οι κοινωνικές της ρίζες, ισχυρό μέσο για το ξεπέρασμα της θρησκείας έγινε η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, η άνοδος του πολιτιστικού επιπέδου του πληθυσμού, η διαφώτιση των λαϊκών μαζών.

Οι θρησκευτικές προλήψεις εμποδίζουν την ανάπτυξη των δημιουργικών δυνάμεων των λαϊκών μαζών. Γι' αυτό το Κομμουνιστικό κόμμα, που ύψιστο σκοπό έχει την ευημερία του λαού, δεν μπορεί να μένει αδιάφορο προς τις θρησκευτικές προλήψεις. Το Κομμουνιστικό κόμμα προπαγανδίζει την αθεϊστική, υλιστική κοσμοθεωρία, οργανώνει την πολιτικο - διαπαιδαγωγική και πολιτιστικο - διαφωτιστική εργασία για να ξεπεραστούν οι θρησκευτικές προλήψεις, που εξακολουθούν να υπάρχουν σε ένα τμήμα του πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Κομμουνιστικό κόμμα αντιπαλεύει τη θρησκεία όχι με διοικητικά μέσα, ούτε με απαγορεύσεις και κλείσιμο των εκκλησιών και των άλλων οίκων λατρείας, αλλά με την πειθώ, με την ανάπτυξη της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας.

Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ στις θέσεις της στις 10 Νοεμβρίου του 1954 ''Για τα λάθη στη διεξαγωγή της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας ανάμεσα στον πληθυσμό'' τονίζει ότι '' τα διοικητικά μέτρα και οι προσβλητικές επιθέσεις εναντίον των πιστών και των λειτουργών μόνο κακό μπορεί να φέρουν και να συντελέσουν στην εδραίωση κι' ακόμα στο δυνάμωμα των θρησκευτικών τους προλήψεων''. Η διοικητική επέμβαση στα ζητήματα της εκκλησίας, στην εκπλήρωση των θρησκευτικών ιεροτελεστιών μπορεί να προκαλέσει μόνο τη δυσαρέσκεια και την οργή των πιστών και να τους σπρώξει στην υπεράσπιση της θρησκείας και της εκκλησίας, με περισσότερη προθυμία. Οι απαγορεύσεις μπορεί να δημιουργήσουν για τους παράγοντες της εκκλησίας τη φήμη του ''μάρτυρα'' για την πίστη και να συντελέσουν, όχι στον αδυνάτισμα, αλλά στο δυνάμωμα της θρησκείας, στην υπόθαλψη του θρησκευτικού φανατισμού και του σκοταδισμού.

Το Κομμουνιστικό κόμμα απαιτεί να γίνεται με τέτοιο τρόπο η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, ώστε σε καμιά περίπτωση να μην προσβάλλεται το αίσθημα των πιστών.

Στο πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος που ψηφίστηκε στο 8ο συνέδριο του ΡΚΚ [μπ.] το 1919 τονίζεται ότι το κόμμα προσπαθεί να απαλλάξει τους εργαζόμενους από τις θρησκευτικές προλήψεις και οργανώνει την '' πιο πλατιά επιστημονικο - διαφωτιστική και αντιθρησκευτική προπαγάνδα. Επίσης πρέπει με μεγάλη φροντίδα να αποφεύγουμε κάθε προσβολή των συναισθημάτων των πιστών, που συντελεί μόνο στην εδραίωση του θρησκευτικού φανατισμού''.

Η βάναυση και προσβλητική συμπεριφορά απέναντι στους θρήσκους ανθρώπους εμποδίζουν το έργο της κομμουνιστικής τους διαπαιδαγώγησης και προκαλούν οργή και δυσαρέσκεια, στη Σοβιετική Ένωση όμως οι πιστοί στην πλειοψηφία τους είναι εργαζόμενοι. Το Κομμουνιστικό Κόμμα με όλη του τη δραστηριότητα, μαζί βέβαια και την αντιθρησκευτική προπαγάνδα προσπαθεί να εδραιώσει την ηθικοπολιτική ενότητα, της Σοβιετικής κοινωνίας, και να συσπειρώσει όλους τους εργάτες, τους αγρότες και τη διανόηση σε μια στενή συμμαχία για τη μεγάλη παλλαϊκή υπόθεση - την οικοδόμηση του κομμουνισμού.

Το έργο της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας, λαθεμένα τοποθετημένο, μπορεί να πάρει μονόπλευρο χαρακτήρα και να κάνει κριτική μόνο μιας εκκλησίας, ενός θρησκευτικού ρεύματος. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας μονόπλευρης προπαγάνδας μπορεί να το καρπωθεί όχι η επιστήμη, αλλά ένα άλλο θρησκευτικό ρεύμα. Υπήρξαν περιπτώσεις που ύστερα από την κριτική που γινόταν σε μια ορισμένη εκκλησία και στον κλήρο της, οι πιστοί απομακρύνονταν από αυτή την εκκλησία, όμως δεν γίνονταν άθεοι, αλλά ασπάζονταν κάποια άλλη, π.χ, την πίστη των βαπτιστών.

Η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα δεν έχει σαν σκοπό τον αγώνα εναντίον μιας οποιασδήποτε εκκλησίας, αλλά τη διάδοση της επιστημονικής κοσμοθεωρίας, δηλαδή τον αγώνα εναντίον της ιδεολογικής ουσίας, του ιδεολογικού περιεχομένου κάθε θρησκείας, εναντίον όλων των μορφών της θρησκευτικής ιδεολογίας.

Οι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται όχι να αντικαταστήσουν τη μια θρησκεία με την άλλη, τον ''κακό'' ιερωμένο, με τον ''καλό'' ιερωμένο.

Για το λαό όλοι οι ιερείς και όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο πράγμα, γιατί όλες θολώνουν τη συνείδηση των ανθρώπων με τις φανταστικές αντιεπιστημονικές επινοήσεις και τους απομακρύνουν από τον αγώνα για μια ευτυχισμένη ζωή πάνω στη γη.

Η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα δεν επιδιώκει να αντικαταστήσει μια θρησκεία με μια άλλη, αλλά την αντικατάσταση όλων των θρησκειών, όλων των προλήψεων και δεισιδαιμονιών με την επιστημονική, την υλιστική κοσμοθεωρία.

Όπως τονίζει η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ ''τον αγώνα εναντίον των θρησκευτικών προλήψεων στη σημερινή εποχή πρέπει να τον βλέπουμε σαν ιδεολογικό αγώνα της επιστημονικής, της υλιστικής κοσμοθεωρίας εναντίον της αντιεπιστημονικής, της θρησκευτικής κοσμοθεωρίας''.

Ο μαρξισμός - λενινισμός δείχνει την αντιεπιστημονικότητα και τη ζημιά κάθε θρησκείας και ζητάει όπως το κόμμα της εργατικής τάξης κάνει συνεπή ιδεολογικό αγώνα εναντίον όλων των μορφών της θρησκείας.

Τα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Εξουσίας, τότε που οι εργαζόμενοι έκαναν οξύτατη ταξική πάλη για τη νίκη του σοσιαλισμού, οι εκμεταλλευτικές τάξεις χρησιμοποιούσαν τη θρησκεία και την εκκλησία σαν όπλο του αντισοβιετικού τους αγώνα. Οι θρησκευτικές οργανώσεις ήταν η νόμιμη μορφή που κάλυπτε την αντεπαναστατική δράση πολλών κληρικών, και αιρετικών καθώς και των κουλάκων και αστοτσιφλικάδων συμμάχων τους. Γι' αυτό η αντιθρησκευτική προπαγάνδα, εκείνα τα χρόνια, διακρινόταν για τη μεγάλη της οξύτητα και γινόταν όχι μόνο δια του τύπου, με διαλέξεις και συζητήσεις, αλλά και με τη μορφή δημοσίων συζητήσεων ανάμεσα στους αθεϊστές και τους λειτουργούς της εκκλησίας, καθώς και με τη μορφή αντιθρησκευτικής καμπάνιας με την ευκαιρία των εκκλησιαστικών εορτών [Χριστούγεννα, Πάσχα, εορτές πολιούχου, κουρμάν - μπαϊράμ κλπ].

Πώς εξηγείται η αντεπαναστατική δράση των κληρικών μετά τη μεγάλη Οκτωβριανή επανάσταση ; Η σοσιαλιστική επανάσταση αφαίρεσε από την εκκλησία και τον κλήρο τα μεγάλα προνόμια και πλούτη που απολάμβαναν, σε βάρος του εργαζόμενου λαού, κατά την περίοδο του τσαρισμού.

Οι εκκλησίες και τα μοναστήρια είχαν τεράστια κτήματα και μεγάλες καταθέσεις στις καπιταλιστικές τράπεζες. Από όλα αυτά εισέπρατταν μεγάλα εισοδήματα που όμως τους τα στέρησε η Οκτωβριανή επανάσταση. Η εκκλησία και ο κλήρος δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν την απώλεια του πλούτου τους. Ήλπιζαν ότι θα ανατραπεί η Σοβιετική εξουσία και ότι θα αποκτήσουν ξανά τα προνόμια, τα κτήματα και τα εισοδήματά τους. Γι' αυτό η εκκλησία και ο κλήρος στην πλειοψηφία τους ενίσχυαν δραστήρια τον αντεπαναστατικό αγώνα των τσιφλικάδων και της αστικής τάξης και με μεγαλοπρεπείς δεήσεις χαιρέτιζαν τα στρατεύματα των λευκοφρουρών και των επεμβασιών.

Ο πατριάρχης Τύχων με βάση τις θέσεις της τοπικής συνόδου της ορθόδοξης εκκλησίας, που έγινε στη Μόσχα το 1917, απηύθυνε μήνυμα προς τους πιστούς και τους καλούσε να παλινορθώσουν τη μοναρχική εξουσία, και την ατομική ιδιοκτησία στη γη, στις φάμπρικες και στα εργοστάσια. Ο πατριάρχης Τύχων με μυστικό μήνυμα, που απηύθυνε στις εκκλησίες, καλούσε τους λειτουργούς της εκκλησίας να εξεγείρουν τον πληθυσμό εναντίον της Σοβιετικής εξουσίας. Και όταν η Σοβιετική κυβέρνηση με επικεφαλής το Λένιν, στην προσπάθειά της να σταματήσει ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, υπέγραψε την συνθήκη ειρήνης του Μπεστ - Λιτόφσκ με τη Γερμανία, ο πατριάρχης Τύχων δήλωσε ότι η ορθόδοξη εκκλησία δεν αναγνωρίζει αυτή τη συνθήκη ειρήνης.

Η πολιτική του Σοβιετικού κράτους και του κομμουνιστικού κόμματος υπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων. Και όταν οι κληρικοί, που στην πλειοψηφία τους διάκεινταν εχθρικά προς την εργατο - αγροτική Σοβιετική εξουσία, βοηθούσαν δραστήρια τους ξένους επεμβασίες και τους λευκοφρουρούς, τον Κολτσάκ, τον Ντενίκιν και τον Βράγγελ, δημιουργούσαν  τα αντεπαναστατικά ''συντάγματα της θεοτόκου'' και τα ''τάγματα του Μιχαήλ Αγγέλου'', μετέτρεπαν πολλούς ναούς σε εστίες της αντεπαναστατικής προπαγάνδας και κάποτε σε αποθήκες όπλων για τον αγώνα εναντίον των εργατών και των αγροτών, τότε το Σοβιετικό κράτος, για να σταματήσει την αντεπαναστατική δράση της εκκλησίας στέρησε από τους αντεπαναστάτες κληρικούς, μαζί με τους εκμεταλλευτές και τους τσαρικούς υπαλλήλους, τα εκλογικά τους δικαιώματα.

Όμως πέρασαν πια εκείνα τα χρόνια. Η σοβιετική εξουσία υποστηριζόμενη από τους εργάτες και τους αγρότες νίκησε όχι μόνο στον εμφύλιο πόλεμο, αλλά και στο μέτωπο της ειρηνικής οικονομικής οικοδόμησης. Ο σοσιαλισμός νίκησε όχι μόνο στην πόλη, αλλά και στο χωριό. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες αναγκάστηκαν να το παραδεχθούν αυτό. Οι λειτουργοί των θρησκευτικών λατρειών κατάλαβαν ότι με τον αγώνα τους εναντίον του Σοβιετικού κράτους, εναντίον του σοσιαλισμού εξεγείρουν το λαό εναντίον τους και κλονίζεται η εμπιστοσύνη των μαζών απέναντί τους όταν ανοιχτά αποκαλύπτουν την αντιδραστική, την αντιλαϊκή ουσία της θρησκείας. Στην πλειοψηφία τους οι κληρικοί, για να διατηρήσουν την επιρροή τους στους πιστούς άλλαξαν στάση απέναντι στη Σοβιετική εξουσία, σταμάτησαν την αντεπαναστατική δράση και έγιναν νομιμόφρονες απέναντι στο σοσιαλιστικό κράτος.

Αφού λοιπόν οι κληρικοί πέρασαν από την εχθρότητα σε νόμιμες θέσεις σχετικά με την εργατοαγροτική Σοβιετική εξουσία δεν υπάρχει πια λόγος να εξακολουθήσει ο περιορισμός των πολιτικών δικαιωμάτων του κλήρου. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της ΕΣΣΔ, από το 1936 οι λειτουργοί των θρησκευτικών λατρειών άρχισαν να ασκούν τα εκλογικά τους δικαιώματα εξίσου με όλους τους άλλους πολίτες, της Σοβιετικής Ένωσης.

Απ' αφορμή αυτό και το ότι οι κομματικές και οι άλλες κοινωνικές οργανώσεις, κατά τη διάρκεια του πολέμου και στα μεταπολεμικά χρόνια, αδυνάτισαν την επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, μερικοί πολίτες άρχισαν να ρωτάνε : μήπως άλλαξε το κομμουνιστικό κόμμα την αρνητική του στάση απέναντι στη θρησκεία ;

Μερικοί ιεροκήρυκες, εκμεταλλευόμενοι το αδυνάτισμα της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας άρχισαν να κυκλοφορούν τη φήμη, ότι το κομμουνιστικό κόμμα άλλαξε στάση απέναντι στη θρησκεία και ότι συμβιβάστηκε μ' αυτή. Ακόμα οι υπερασπιστές της θρησκείας καταφεύγουν στο ότι οι εκκλησιαστικές οργανώσεις της Σοβιετικής Ένωσης άλλαξαν στάση απέναντι στη Σοβιετική εξουσία και παίρνουν σήμερα, όχι εχθρική όπως στα πρώτα χρόνια της επανάστασης, αλλά νομιμόφρονη θέση.

Αυτές οι φήμες άρχισαν ιδιαίτερα να διαδίδονται επειδή η ορθόδοξη εκκλησία και οι άλλες θρησκευτικές οργανώσεις της Σοβιετικής Ένωσης, κατά την περίοδο του πολέμου πήραν μέρος στη συγκέντρωση των μέσων για την άμυνα της χώρας και άρχισαν να εκδηλώνονται υπέρ της ειρήνης και εναντίον των υποκινητών ενός νέου παγκοσμίου πολέμου. Με βάση αυτά μερικοί πολίτες έβγαλαν το λαθεμένο συμπέρασμα, ότι τάχα η θρησκεία υπερασπίζει την υπόθεση της ειρήνης, ότι τάχα η πίστη στο θεό δεν αντιφάσκει στην επιστήμη. στο μαρξισμό - λενινισμό, ότι τάχα το κομμουνιστικό κόμμα άλλαξε τις αντιλήψεις του για τη θρησκεία. Στην πραγματικότητα το κομμουνιστικό κόμμα ούτε άλλαξε, ούτε πρόκειται να αλλάξει αντιλήψεις για τη θρησκεία. Η στάση του απέναντι στη θρησκεία είναι  η ίδια όπως πάντα.

Η πολιτική, η στρατηγική και η τακτική, η δράση του κομμουνιστικού κόμματος καθοδηγούνται από την επιστημονική τη μαρξιστικο - λενινιστική, διαλεκτικο - υλιστική κοσμοθεωρία. η επιστημονική κοσμοθεωρία είναι αντίθετη προς τη θρησκευτική κοσμοθεωρία, το κομμουνιστικό κόμμα στέκεται στις θέσεις του επιστημονικού αθεϊσμού, δηλαδή στην πλήρη και από κάθε άποψη άρνηση της πίστης στο θεό και στις άλλες υπερφυσικές δυνάμεις.

Η σχέση του κομμουνιστικού κόμματος προς τη θρησκεία εκφράζεται στα έργα των θεμελιωτών του μαρξισμού - λενινισμού, Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, στις αποφάσεις των συνεδρίων και συνδιασκέψεων του κόμματος και στις θέσεις της κεντρικής του επιτροπής.

Ο Β. Ι. Λένιν στο άρθρο '' Η σχέση του εργατικού κόμματος προς τη θρησκεία'' έγραφε '' Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, αυτό το απόφθεγμα του Μαρξ είναι ο ακρογωνιαίος λίθος όλης της κοσμοθεωρίας του μαρξισμού στο ζήτημα της θρησκείας''.

Η σχέση του κομμουνιστικού κόμματος, ακόμα μια φορά διατυπώθηκε καθαρά και αποφασιστικά στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΣΕ στις 10 Νοεμβρίου 1954 '' Για τα λάθη στην διεξαγωγή της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας ανάμεσα στον πληθυσμό''. Το κομμουνιστικό κόμμα δήλωσε αποφασιστικά ότι πρέπει να εφαρμόζει βαθιά και συστηματική επιστημονικο - αθεϊστική προπαγάνδα.

Οι μαρξιστές έκαναν και κάνουν ανειρήνευτο ιδεολογικό αγώνα με τη θρησκεία και δεν λησμονούν ότι οι θρησκευτικές δοξασίες και ιεροτελεστίες είναι σοβαρό εμπόδιο στην ανάπτυξη της δημιουργικής δραστηριότητας των λαϊκών μαζών, εμπόδιο στην οικοδόμηση του κομμουνισμού.

Ο αγώνας εναντίον της θρησκείας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης. Καθήκον όλων των πολιτιστικο - διαφωτιστικών ιδρυμάτων και κοινωνικών οργανώσεων, του τύπου, της λογοτεχνίας και της τέχνης, είναι όπως, μετρημένα και με γνώση του ζητήματος, εξηγούν στον πληθυσμό τη ζημιά που προξενούν οι θρησκευτικές δοξασίες και ιεροτελεστίες, αδιάκοπα να ανεβάζουν το πολιτιστικό επίπεδο των εργαζομένων, να προπαγανδίζουν την επιστημονική αθεϊστική κοσμοθεωρία και να βοηθάνε τους θρήσκους πολίτες να απαλλαγούν από τα υπολείμματα των θρησκευτικών και των άλλων προλήψεων. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...